Κούπερ, Γκάρι — (Gary Cooper, Μοντάνα 1901 – 1961). Αμερικανός ηθοποιός του κινηματογράφου. Γιος δικαστή, ο Κ., που τα πρώτα χρόνια έκανε διάφορες δουλειές, από πωλητής μέχρι και φωτογράφος, αποτελεί μία από τις αντιπροσωπευτικές ενσαρκώσεις του Αμερικανικού… … Dictionary of Greek
Κούπερ, Τζέιμς Φένιμορ — (James Fenimore Cooper, Μπάρλινγκτον, Νιου Τζέρσεϊ 1789 – Κούπερσταουν, Νέα Υόρκη 1851). Αμερικανός συγγραφέας. Γιος μεγαλοκτηματία αποίκου των δυτικών περιοχών, ο Κ. μεγάλωσε σε επαφή με την παρθένα φύση που τη μεταμόρφωσαν οι πρωτοπόροι και με… … Dictionary of Greek
Κούπερ, Άρτσιμπαλντ Σκοτ — (Archibald Scott Cooper, 1831 – 1892). Βρετανός χημικός. Σπούδασε στη Γλασκόβη και στο Παρίσι και διορίστηκε αρχικά πανεπιστημιακός βοηθός στο Εδιμβούργο. Το 1856 εργάστηκε στο εργαστήριο του Βουρτζ στο Παρίσι και, δύο χρόνια αργότερα, επέστρεψε… … Dictionary of Greek
Κούπερ, Λίον — (Leon Cooper, Νέα Υόρκη 1930 –). Αμερικανός φυσικός, πανεπιστημιακός και ακαδημαϊκός. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο Κολούμπια, από το οποίο έλαβε το πτυχίο του το 1951, μεταπτυχιακό τίτλο το 1953 και διδακτορικό τίτλο το 1954. Το ίδιο έτος έγινε… … Dictionary of Greek
Σάφτσμπερυ, Άντονυ Άσλεϋ Κούπερ κόμης του- — (Shaftesbury). Άγγλος φιλόσοφος και δοκιμιογράφος (Λονδίνο 1671 Νεάπολη 1713). Συγγραφέας των Χαρακτηριστικών των ανθρώπων, των γραμμάτων, των γνωμών, των καιρών (1711), υποστηρίζει μια κοσμολογία νεοπλατωνικού χαρακτήρα που θυμίζει το νεο… … Dictionary of Greek
αστροναυτική — Επιστήμη η οποία οφείλει την ανάπτυξή της στην προσπάθεια κατάκτησης του Διαστήματος. Η α. είναι το σύνολο των θεωρητικών ερευνών και των πρακτικών εφαρμογών σχετικά με την κίνηση οχημάτων στο Διάστημα, που ξεκινούν από τη Γη, προωθούνται με… … Dictionary of Greek
κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν … Dictionary of Greek
Héctor Cúper — «Cúper» redirige aquí. Para otras acepciones, véase Cúper (desambiguación). Héctor Cúper Nombre Héctor Raúl Cúper … Wikipedia Español
ποδήλατο — Όχημα με δύο τροχούς ίσης διαμέτρου, εφοδιασμένους με ελαστικά και τοποθετημένους σε μεταλλικό πλαίσιο. Το π. κινείται από τη μυϊκή δύναμη των ποδιών του ατόμου το οποίο το χρησιμοποιεί. Η δύναμη προώθησης μεταδίδεται στον πίσω τροχό με μια… … Dictionary of Greek
Αυστραλία — Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό και τον Ειρηνικό ωκεανό, που περιλαμβάνει την ομώνυμη μεγάλη νήσο του νότιου Ειρηνικού (λόγω του μεγέθους θεωρείται ηπειρωτικό έδαφος), την Τασμανία και άλλα νησιά.Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό… … Dictionary of Greek